fbpx

Άρθρο στο iEidiseis.gr.

“Η νέα χρονιά βρίσκει την Ελλάδα στην καρδιά της φονικής πανδημίας και μπροστά σε μια ακόμη οικονομική κρίση. Το 2021 είναι ένα κομβικό έτος για τη μάχη με τον κορωνοϊό, καθώς ξεκίνησαν οι πρώτοι εμβολιασμοί, αλλά και για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας με την εκταμίευση των πόρων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης.

Η διαχείριση τόσο της υγειονομικής όσο και της οικονομικής κρίσης από την κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν κατάφερε να αμβλύνει τις επιπτώσεις αυτής της διπλής κρίσης στην κοινωνία. Αντιθέτως, εντείνει την υγειονομική ανασφάλεια, τις ανισότητες, τα φαινόμενα οικονομικού και κοινωνικού αποκλεισμού σημαντικών ομάδων του πληθυσμού και ειδικά τους εργαζόμενους, τους επαγγελματίες, τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Αν σε αυτά προστεθούν τα φαινόμενα αδιαφάνειας, διασπάθισης δημόσιου χρήματος, αυταρχισμού και το πρωτοφανές σκηνικό χειραγώγησης της ενημέρωσης και αποκλεισμού της διαφορετικής άποψης από το δημόσιο διάλογο, μιλάμε για ένα εκρηκτικό μείγμα.

Ο πρόσφατος ανασχηματισμός ήρθε να επιβεβαιώσει ότι η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη βρίσκεται σε πλήρη διάσταση με την πραγματικότητα που βιώνει η κοινωνία. Επιβραβεύοντας στην ουσία όσους διαχειρίστηκαν με χαρακτηριστική ανεπάρκεια τα μεγάλα μέτωπα στην Υγεία, την Οικονομία, την Παιδεία, τον Πολιτισμό. Αλλά και δίνοντας προτεραιότητα στις εσωκομματικές ισορροπίες εντός της Ν.Δ. και όχι στην αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων της χώρας. Η αναβάθμιση δε της ακροδεξιάς με την τοποθέτηση του κ. Βορίδη στο εξόχως σημαντικό Υπουργείο Εσωτερικών συνιστά με τον πιο εμφατικό τρόπο μια ποιοτική μετατόπιση της κυβέρνησης αλλά και του κόμματος της Ν.Δ. από το πολυδιαφημιζόμενο άνοιγμα στο κέντρο στα πολύ δεξιά του πολιτικού φάσματος. Η μετατόπιση αυτή  όμως αποτελεί και πρόκληση για τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία για άνοιγμα στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο. Εξάλλου το ενδεχόμενο εκλογών εντός του 2021 είναι πλέον πολύ ισχυρό. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν μπορεί να υπάρξει προοδευτική λύση αντί για συνέχεια της ίδια νεοφιλελεύθερης και υπερσυντηρητικής πολιτικής.

Η πανδημία ανέδειξε τη σημασία των Δημόσιων Συστημάτων Υγείας. Μετά από δεκαετίες αποδυνάμωσης τους από τις κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, όλοι πλέον αναγνωρίζουν την αξία τους, ακόμη και φιλελεύθεροι πολιτικοί στην Ευρώπη και τον κόσμο. Ενώ η οικονομική κρίση, ως συνέπεια της υγειονομικής, κατέστησε επίκαιρες τις δημόσιες παρεμβάσεις στήριξης της πραγματικής οικονομίας. Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να στηρίξει τις ευρωπαϊκές οικονομίες με γενναία προγράμματα χρηματοδότησης συνιστά μια μετατόπιση από το προηγούμενο παράδειγμα της αυστηρής λιτότητας. Πάγιες θέσεις της Αριστεράς, της Σοσιαλδημοκρατίας, της ευρύτερης προοδευτικής παράταξης κερδίζουν έδαφος.

Ωστόσο, στην Ελλάδα η Ν.Δ. παραμένει δέσμια των ιδεοληψιών της. Δεν πιστεύει στα συλλογικά αγαθά. Δεν μπορεί να τα ενσωματώσει στην πολιτική της. Γι’ αυτό δεν ενισχύει ουσιαστικά το Ε.Σ.Υ. αποσκοπώντας στην ιδιωτικοποίησή του. Γι’ αυτό δίνει τόσο λίγα – τόσο αργά στην πραγματική οικονομία αποσκοπώντας στην αναδιάρθρωση της αγοράς προς όφελος των ισχυρών και σε βάρος των εργαζομένων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Το σχέδιό της για την αξιοποίηση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης κινείται ακριβώς προς αυτή την κατεύθυνση: ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού, ελαστικοποίηση της εργασίας, “ξεσκαρτάρισμα” της αγοράς από τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

Απέναντι σε αυτό το σχέδιο, οι αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις του τόπου οφείλουν να προωθήσουν προοδευτικές τομές και τη δυνατότητα μίας ευρείας συμμαχίας που θα αφορά όλα τα πεδία άσκησης της πολιτικής. Πρώτον, στη Βουλή με ξεκάθαρη στάση απέναντι στις πολιτικές της κυβέρνησης της Ν.Δ., όπως συνέβη με τον νέο πτωχευτικό κώδικα, αλλά και με κοινές πρωτοβουλίες για ζητήματα που αφορούν την κοινωνία, όπως η Υγεία, η Οικονομία, η Παιδεία, αλλά και για ζητήματα δημοκρατίας και διαφάνειας. Δεύτερον, στους κοινωνικούς χώρους, με συμμαχίες και κοινές δράσεις στην αυτοδιοίκηση, στα συνδικάτα, στα επιμελητήρια. Τρίτον, στην επόμενη ημέρα για τη προοδευτική διακυβέρνηση της χώρας.

Με δεδομένο ότι οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με την απλή αναλογική, είναι εφικτό και πρέπει να προκύψει μια προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, που εκ των πραγμάτων αποτελεί τον κυρίαρχο πόλο του ευρύτερου προοδευτικού χώρου. Στη βάση πολιτικών θέσεων κι ενός εναλλακτικού προοδευτικού προγράμματος διακυβέρνησης που θα έχει τρεις βασικούς άξονες: την ενίσχυση του κράτους πρόνοιας, με προτεραιότητα την υγεία και την παιδεία, την βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη με έμφαση στην εργασία και την στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με στόχο τον εκσυγχρονισμό και τον ψηφιακό τους μετασχηματισμό και την πράσινη μετάβαση με συμμετοχή της κοινωνίας και όχι μόνο προς όφελος μεγάλων εταιριών.

Για να συμβεί αυτό είναι αναγκαίο όλες οι πλευρές να εργαστούν προκειμένου να διαμορφωθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, ώστε να υπερβούμε διαφωνίες του παρελθόντος, να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και να προτάξουμε το μείζον τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Ακριβώς γιατί το ζήτημα τίθεται από την ίδια την κοινωνία η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με την σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική και τον αυταρχικό κατήφορο που οδηγεί τη χώρα η κυβέρνηση της Ν.Δ. Άλλωστε, το επιτυχημένο παράδειγμα και άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, είναι διδακτικό για το πώς μπορούν να συνεργαστούν σε επίπεδο κυβερνητικό οι δυνάμεις της Αριστεράς και της Σοσιαλδημοκρατίας προς όφελος των λαών τους.

Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, αν και το μεγαλύτερο κόμμα στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο στην Ελλάδα κι ένα από τα μεγαλύτερα αριστερά κόμματα στην Ευρώπη, δεν διεκδικεί κανένα μονοπώλιο προοδευτικής έκφρασης της κοινωνίας. Άλλωστε, είναι η πολιτική δύναμη που με την ψήφιση της απλής αναλογικής έδειξε στην πράξη πώς αντιλαμβάνεται τη διακυβέρνηση του τόπου, με συνεργασίες που βασίζονται σε προγραμματικές συμφωνίες. Το άνοιγμα σε προοδευτικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις οφείλει να είναι για τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία ζήτημα στρατηγικής σημασίας με στόχο μια νέα προοδευτική πλειοψηφία. Η ευθύνη μας είναι μεγάλη και οφείλουμε το αμέσως επόμενο χρονικό διάσημα να πάρουμε πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση. Οι πρωτοβουλίες αυτές πρέπει να ληφθούν για να διαμορφωθούν έγκαιρα οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την επόμενη μέρα. Στην ίδια βέβαια κατεύθυνση οφείλουν να κινηθούν και όλες οι προοδευτικές δυνάμεις. Μία τέτοια πολιτική εξέλιξη δεν θα αθροίσει απλώς δυνάμεις αλλά θα δημιουργήσει μια νέα πλειοψηφική δυναμική στην κοινωνία. Η συζήτηση έχει ανοίξει και αργά ή γρήγορα κανείς δεν θα μπορεί να την αποφύγει.”