Άρθρο στην εφημερίδα «Η Ναυτεμπορική».
Εδώ και πάνω από έναν χρόνο, η συντριπτική πλειοψηφία νοικοκυριών και επιχειρήσεων βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα εκρηκτικό μείγμα αυξήσεων σε λογαριασμούς και τιμές και παράλληλα ραγδαίας μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος. Η επιδείνωση των κοινωνικών δεικτών που καταγράφονται στα επίσημα στοιχεία που κάθε τόσο δημοσιοποιούνται είναι αδιάψευστος μάρτυρας. Ο κίνδυνος της φτώχειας και οι ανισότητες αυξάνονται, τα ασθενέστερα νοικοκυριά διαθέτουν όλο και μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους για τις καθημερινές ανάγκες, όλο και περισσότεροι μειώνουν την κατανάλωση ακόμη και βασικών ειδών διατροφής.
Η κατάσταση αυτή είναι συνέπεια του αναποτελεσματικού και κοινωνικά άδικου χαρακτήρα της πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Από τη μία, απροθυμία να συγκρουστεί με τον πυρήνα του προβλήματος, που είναι η αισχροκέρδεια. Από την άλλη, η στρατηγική στόχευση για συγκέντρωση υπερεσόδων από έμμεσους φόρους, προκειμένου να έχει διαθέσιμους πόρους για να επιδοτεί την αισχροκέρδεια στην ενέργεια. Η επιχειρούμενη πολλές φορές ωραιοποίηση της κατάστασης από την κυβέρνηση δείχνει απλώς ότι δεν μπορεί να αντιληφθεί την έκταση του προβλήματος και επομένως να παρέμβει ουσιαστικά.
Στην ενέργεια, αντί για ρυθμιστικές παρεμβάσεις στην αγορά που θα έβαζαν τέλος στην αισχροκέρδεια, επιμένει να αφήνει ανεξέλεγκτους τους μηχανισμούς δημιουργίας υπερκερδών για παραγωγούς και προμηθευτές σε βάρος των καταναλωτών. Τα επίσημα στοιχεία των τελευταίων ημερών αποκαλύπτουν κυριολεκτικά ένα πάρτι υπερκερδών. Τον Οκτώβριο οι προμηθευτές πούλησαν το ρεύμα στη λιανική δυόμιση φορές πάνω από την χονδρική, συγκεντρώνοντας υπερκέρδη 1 δισ. ευρώ μόλις σε δύο μήνες. Όσο για τα 2,2 δισ. υπερκερδών της περασμένης χρονιάς στην παραγωγή, ακόμη να υλοποιηθεί η δέσμευση για φορολόγησή τους.
Στα τρόφιμα και τα καύσιμα, αντί για μείωση του ΦΠΑ στο 6% και του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα κατώτερα ευρωπαϊκά επίπεδα, αντί για πολλούς και αποτελεσματικούς ελέγχους στην αγορά για τα εκτεταμένα φαινόμενα αισχροκέρδειας, επιλέγει επικοινωνιακά τεχνάσματα όπως το “καλάθι του νοικοκυριού”. Το αποτέλεσμα είναι, τα έσοδα μόνο από ΦΠΑ να υπερβαίνουν κατά 4,5 δισ. ευρώ τα αντίστοιχα έσοδα της προηγούμενης χρονιάς.
Το επιχείρημα κυβερνητικών στελεχών, ότι από τη μείωση των έμμεσων φόρων θα επωφεληθούν οι πλουσιότεροι, δεν στέκει στην κοινή λογική. Πιθανότατα δεν το πιστεύουν ούτε οι ίδιοι. Πρέπει, όμως, με κάποιον τρόπο να δικαιολογήσουν την άδικη πολιτική αφαίμαξης των πολιτών μέσω ΦΠΑ και ειδικών φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα, προκειμένου να υπάρχουν διαθέσιμοι πόροι για την επιδότηση της αισχροκέρδειας.
Όλα τα παραπάνω συνηγορούν στο εξής. Χρειάζεται επειγόντως ένα εντελώς διαφορετικό μοντέλο πολιτικής απέναντι σε μια κρίση που βεβαίως έχει διεθνή διάσταση, αλλά για την έντασή της στην Ελλάδα ευθύνεται η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Ένα τέτοιο διαφορετικό μοντέλο προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία. Στον πυρήνα του βρίσκεται ο ισχυρός ρυθμιστικός ρόλος του κράτους, προκειμένου να πάψουν να υπάρχουν φαινόμενα κερδοσκοπίας στην αγορά. Αυτό σημαίνει επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ, ώστε να λειτουργεί ως επιχείρηση κοινής ωφέλειας, σημαίνει περιθώριο κέρδους 5% στην παραγωγή ρεύματος, σημαίνει πλαφόν στην χονδρική και λιανική και φορολόγηση των υπερκερδών που συσσωρεύτηκαν τον τελευταίο ένα και πλέον χρόνο. Ταυτόχρονα, η μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα μαζί με την αύξηση των μισθών θα δώσουν σημαντικές ανάσες στους πολίτες.
Βασική προϋπόθεση για μια άλλη πολιτική, που θα έχει στον πυρήνα της τα συμφέροντα και τις ανάγκες της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, είναι η πολιτική αλλαγή στις επικείμενες εκλογές με νίκη του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία και τον σχηματισμό προοδευτικής κυβέρνησης. Απέναντι στην άδικη πολιτική της δεξιάς, που αυξάνει τις ανισότητες, είναι κοινωνική αναγκαιότητα μια προοδευτική πολιτική που θα κάνει πράξη τη δικαιοσύνη παντού.