fbpx

Άρθρο στο newsbomb.gr.

“Υπάρχουν στιγμές και γεγονότα που πολλές φορές αποτελούν τομή στην πορεία του ιστορικού χρόνου και στη συνέχεια τίποτα δεν είναι όπως ήταν πριν. Ένα τέτοιο γεγονός τομή είναι η πανδημία του κορονοϊού, που ταλαιπωρεί την ανθρωπότητα εδώ και περισσότερο από έναν χρόνο. Ζητήματα που προηγουμένως απασχολούσαν τη συζήτηση σε διεθνές επίπεδο, όπως οι ανισότητες, η κλιματική κρίση και οι νέες τεχνολογίες, πλέον τίθενται με τρόπο επιτακτικό.

Η παγκόσμια υγειονομική κρίση και ο περιορισμός των δραστηριοτήτων φώτισε τις προϋπάρχουσες ανισότητες και ανέδειξε νέες. Η μεταφορά των περισσότερων δραστηριοτήτων στο διαδίκτυο αύξησε ακόμη περισσότερο τα κέρδη των πανίσχυρων τεχνολογικών κολοσσών. Ενώ πλέον οι περισσότεροι έχουμε συνειδητοποιήσει τις δραματικές συνέπειες που μπορεί να έχει και στη δημόσια υγεία η ανεξέλεγκτη παρέμβαση του ανθρώπου στο περιβάλλον και η διατάραξη της διατροφικής αλυσίδας.

Συνεπώς, δεν είναι τυχαίο ότι μετά από δεκαετίες απορρύθμισης όλο και περισσότεροι αναγνωρίζουν τη σημασία ισχυρών δημόσιων συστημάτων υγείας, όλο και περισσότεροι συμμετέχουν στη συζήτηση για το χαρακτήρα ως δημόσιων αγαθών των επιτευγμάτων της επιστήμης όπως είναι τα εμβόλια, όλο και περισσότεροι μιλούν για τη φορολόγηση των μεγάλων εταιρειών της τεχνολογίας και την πρόσβαση όλων των ανθρώπων σε αυτή, όλο και περισσότεροι πιστεύουν ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης είναι κορυφαίο ζήτημα επιβίωσης για τις κοινωνίες.

Με λίγα λόγια, η ατζέντα των προοδευτικών δυνάμεων, όπως αυτές εκφράζονται στα εκάστοτε πολιτικά συστήματα – αριστερές, σοσιαλδημοκρατικές, πράσινες – γίνεται και πάλι επίκαιρη και έρχεται με επιχειρήματα να αμφισβητήσει τις μέχρι πρότινος πανίσχυρες αντιλήψεις για την οικονομία και την κοινωνία. Κορυφαία παραδείγματα στα οποία συμπυκνώνεται αυτή η μετατόπιση υπήρξαν οι με διαφορά μόλις λίγων ημερών κομβικές παρεμβάσεις του προέδρου Μπάιντεν. Αρχικά, με την ομιλία του στο Κογκρέσο, όπου αμφισβήτησε ανοιχτά τη λογική της διάχυσης του οικονομικού οφέλους από πάνω προς τα κάτω και πρότεινε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης από κάτω προς τα πάνω με τη συμμετοχή των εργαζομένων και τη μεσαίας τάξης. Στη συνέχεια, με την πρόταση για την απελευθέρωση των πνευματικών δικαιωμάτων για τα εμβόλια κατά του κορονοϊού.

Βεβαίως, η έκβαση αυτής της νέας αντιπαράθεσης δεν είναι δεδομένη, διότι συνεχίζουν και υπάρχουν ισχυρές αντιστάσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για παράδειγμα δείχνει αρκετά διστακτική. Παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διαχειρίστηκε με ενιαίο τρόπο τη διανομή των εμβολίων στα κράτη μέλη, αρνείται να θίξει τα συμφέροντα των μεγάλων εταιρειών του φαρμάκου ως προς την άρση του καθεστώτος της πατέντας. Επίσης, παρά το γεγονός ότι προχώρησε σε ένα γενναίο πρόγραμμα στήριξης των ευρωπαϊκών οικονομιών με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, παραμένει προσκολλημένη στο Σύμφωνο Σταθερότητας και στις περιοριστικές πολιτικές.

Η ελληνική κυβέρνηση της Ν.Δ., σαρξ εκ της σαρκός του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, όχι μόνο υπηρετεί συντηρητικές πολιτικές, αλλά δείχνει και υπερβάλλοντα ζήλο. Σε έναν κόσμο που σταδιακά αναθεωρεί αντιλήψεις και προτεραιότητες για την ανάπτυξη, την εργασία, το κοινωνικό κράτος, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη παραμένει προσκολλημένη σε πολιτικές που χρεοκόπησαν ιστορικά.

Η πρωτοφανής υγειονομική τραγωδία που βίωσε και συνεχίζει να βιώνει η Ελλάδα δεν ήταν ικανή συνθήκη ώστε η Ν.Δ. να ενισχύσει ουσιαστικά το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Αντιθέτως, δείχνει ότι περιμένει να περάσει η πανδημία και να επιστρέψει στις αρχικές της θέσεις για την μερική ιδιωτικοποίησή του. Ενώ στο ζήτημα της άρσης της πατέντας των εμβολίων, μετά από μια ολιγοήμερη επικοινωνιακή προσπάθεια να διεκδικήσει την πολιτική ιδιοκτησία της πρότασης μετά την παρέμβαση Μπάιντεν, μόλις η ηγεσία του Λαϊκού Κόμματος την απέρριψε εμμέσως πλην σαφώς, επανήλθε και η Ν.Δ. στην αρχική αρνητική της θέση.

Το σχέδιο της κυβέρνησης για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης είναι ένα σχέδιο που συντάχθηκε από λίγους και αφορά λίγους. Χωρίς συμμετοχή της κοινωνίας και των κομμάτων στη διαμόρφωσή του. Χωρίς συμμετοχή της κοινωνικής πλειοψηφίας στους πόρους. Αντιθέτως, υιοθετεί την άποψη ότι η οικονομική ανάπτυξη θα έρθει από τις επενδύσεις λίγων και ισχυρών και κάποια στιγμή στο μέλλον τα οφέλη θα διαχυθούν και στην υπόλοιπη κοινωνία. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι η στιγμή αυτή δεν έρχεται πότε. Κομβικό στοιχείο της πολιτικής της Ν.Δ. είναι η μείωση του εργασιακού κόστους και ο περιορισμός των εργασιακών δικαιωμάτων που προκύπτουν αναπόφευκτα από το εργασιακό νομοσχέδιο του κ. Χατζηδάκη. Ακριβώς τα αντίθετα από αυτά που διακηρύττει ο Μπάιντεν στις ΗΠΑ.

Στον αντίποδα ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία με τις παρεμβάσεις του σε όλα τα πεδία προτείνει έναν τελείως διαφορετικό δρόμο από αυτό που ακολουθεί η κυβέρνηση. Διαβάζοντας τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο επιλέγει να ταχθεί με την πλευρά που πιστεύει ότι το μέλλον των κοινωνιών πρέπει να είναι ένα μέλλον με λιγότερες ανισότητες, ισχυρά κράτη πρόνοιας, καλούς μισθούς για τους εργαζόμενους και μεγαλύτερες προοπτικές ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας για την πλειοψηφία των πολιτών. Και αυτές οι θέσεις δεν μένουν σε θεωρητικό επίπεδο, αλλά εξειδικεύονται στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική για το νέο Ε.Σ.Υ., στην πρόταση για την επανεκκίνηση της οικονομίας και τη ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους, στη στάση του απέναντι στο εργασιακό νομοσχέδιο της κυβέρνησης και πολύ πρόσφατα στο σχέδιο “Ελλάδα +” για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.

Για εμάς στον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία καμία πρόοδος δεν υπάρχει χωρίς τη συμμετοχή της κοινωνίας. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε ένα ισχυρό και καθολικό δημόσιο σύστημα κοινωνικών υπηρεσιών. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε καλούς μισθούς και ποιοτικές θέσεις εργασίας. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε μια παραγωγική μεσαία τάξη που θα παράγει προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε ευκαιρίες και κίνητρα για τους νέους επιστήμονες, ώστε να μείνουν στη χώρα και να συμβάλλουν με τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε να έχουν όλοι πρόσβαση στα οφέλη και τις δυνατότητες της νέας τεχνολογίας. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε ενεργειακές κοινότητες και διαδικασίες αυτοπαραγωγής και αυτοκατανάλωσης για μια δίκαιη και βιώσιμη πράσινη μετάβαση. Το στοίχημα είναι οι προτάσεις αυτές να γίνουν πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία και στη συνέχεια πολιτική πλειοψηφία που θα κυβερνήσει τη χώρα στη βάση ενός προοδευτικού προγράμματος.”